Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2016

Φιλοσοφία: Εγκυκλοπαιδιστές



Το εξώφυλλο της Εγκυκλοπαίδειας

   Οι Εγκυκλοπαιδιστές ήταν ιδεολογικοί πρόδρομοι της Γαλλικής Επανάστασης του 1789, που τους ένωνε ένα κοινό έργο, "Η Εγκυκλοπαίδεια" (1751-1780). Πλάι στους φιλοσόφους, στους σοφούς και στους συγγραφείς, συνεργάστηκαν σ'αυτό το έργο φημισμένοι μηχανικοί, στρατιωτικοί και γιατροί. Η εγκυκλοπαίδεια διευθύνονταν από τον υλιστή Ν.Ντιντερό. Ο πιο πιστός συνεργάτης του ήταν ο Ντ'Αλαμπέρ. Μεταξύ των συντακτών της εγκυκλοπαίδειας συγκαταλεγόταν ο Ελβέτιος, ο Χόλμπαχ, ο Βολταίρος, ο Ρουσσώ κ.α.
  Οι εγκυκλοπαιδιστές είχαν διάφορες πολιτικές πεποιθήσεις: μερικοί ήταν οπαδοί του "πεφωτισμένου διαφωτισμού", άλλοι ήταν δημοκρατικοί απλώς ή οπαδοί της αστικής δημοκρατίας, όλοι όμως καταδίκαζαν το φεουδαρχικό καθεστώς και τα προνόμια των ευγενών και υποστήριζαν την Τρίτη Τάξη, δηλαδή την αστική τάξη. Οι φιλοσοφικές απόψεις των εγκυκλοπαιδιστών ήταν επίσης διάφορες. Ο Βολταίρος κι ο Ρουσσώ ήταν Ντεϊστές, αναγνώριζαν δηλαδή το θεό σαν πρώτο αίτιο αλλά αρνιόταν την περαιτέρω ανάμιξή του στη φύση. Ο Ντιντερό, ο Χόλμπαχ, ο Ελβέτιος τοποθετούνταν ανάμεσα στους υλιστές και στους ενεργητικά άθεους ενάντια στον σχολαστικισμό και στη δεσποτική κυριαρχία της Φεουδαρχικής Καθολικής Εκκλησία πάνω στο ανθρωπιστικό πνεύμα. Οι πιο ριζοσπαστικοί εγκυκλοπαιδιστές, δηλαδή οι υλιστές που αγωνίζονταν αποφασιστικότερα ενάντια στη φεουδαρχία. Χάρη στη δική τους παρουσία και δράση, η "Εγκυκλοπαίδεια" έγινε ένα όπλο πάλης ενάντια στα οχυρά του φεουδαρχικού καθεστώτος. Ο Ένγκελς καθορίζει μ'αυτά τα λόγια τη συμβολική σημασία της "Εγκυκλοπαίδειας": "Οι Γάλλοι υλιστές δεν περιόρισαν την κριτική τους μόνο στα θρησκευτικά ζητήματα, αλλά χτύπησαν όλες τις επιστημονικές παραδόσεις και τους πολιτικούς θεσμούς που δεν συμφωνούσαν με τις αντιλήψεις τους και για να αποδείξουν ότι η θεωρίες τους, είχαν παγκόσμια απήχηση, τις εφήρμοσαν θαρραλέα σ'όλα τα ζητήματα της επιστήμης, μέσα σ'ένα γιγάντιο έργο - την "Εγκυκλοπαίδεια" - από το οποίο πήραν και τ'όνομά τους."  


   Έτσι, είτε κάτω από τη μία, είτε κάτω από την άλλη μορφή, είτε σαν ομολογημένος υλισμός, είτε σαν Νεϊσμός, οι θεωρίες των Εγκυκλοπαιδιστών έγιναν κτήμα όλης της μορφωμένης νεολαίας της Γαλλίας (ουτοπικός και επιστημονικός σοσιαλισμός). Παρόλα αυτά όμως κανένας εγκυκλοπαιδιστής δεν ξεπέρασε το πλαίσιο της αστικής δικαιολογίας. Το "βασίλειο της λογικής", δεν ήταν παρά η εξιδανικευμένη κυριαρχία της αστικής τάξης. Οι εγκυκλοπαιδιστές καταδιώχθηκαν σαν εχθροί της φεουδαρχίας και της Καθολικής Εκκλησίας. Πολλοί απ'αυτούς καταδικάστηκαν σε φυλάκιση, βασανίστηκαν απάνθρωπα και τα συγγράματά τους κάηκαν.

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2016

Ζαν Μελιέ



Jean Meslier (1664-1729)

"Για να απελευθερωθεί η ανθρωπότητα, πρέπει ο τελευταίος μονάρχης να στραγγαλιστεί με τα άντερα του τελευταίου παπά"
Ζαν Μελιέ "Η Διαθήκη μου"

   Περνάμε στον Γαλλικό Διαφωτισμό. Ο Ζαν Μελιέ είναι Γάλλος υλιστής, άθεος και ουτοπικός κομμουνιστής. Ήταν αγροτικός ιερέας ο οποίος έκανε δική του υπόθεση, την ανάγκη των φτωχών γεωργών και λαχταρούσε ένα βασίλειο των εργαζομένων, χωρίς ευγενείς, εκκλησία και βασιλιά. Από το περισσότερο γνωστό, "Η Διαθήκη μου" βιβλίο που κυκλοφορούσε - μέχρι το 1864 - με περικοπές μόνο ανάμεσα σε μυημένους, σαν ένα προσεκτικά φυλαγμένο χειρόγραφο. Από την τυπωμένη του μορφή, ο Βολταίρος είχε αφαιρέσει προσεκτικά όλη την κοινωνική κριτική, "εκρηκτική ύλη". Γι αυτό οι ελεύθεροι διανοητές θα θυμηθούν στην επανάσταση καλά τα αθεϊστικά του, αλλά όχι τα κομμουνιστικά του στοιχεία.
   "Η Διαθήκη μου" ήταν μια παράφορη διατριβή, ενάντια στην θρησκεία, τον κλήρο στην τάξη των ευγενών (στην αριστοκρατία) και σε όλο το φεουδαρχικό καθεστώς. Τα κοινωνικά δεινά κατά τη γνώμη του Μελιέ, έχουν την πηγή τους στον άνισο καταμερισμό του πλούτου, η δε αιτία των δεινών είναι η ατομική ιδιοκτησία. Οι βασιλιάδες, οι ευγενείς και ο κλήρος, έχουν μονοπωλήσει όλα τ'αγαθά της γης κι άφησαν για το λαό μόνο τη σκληρή εργασία, τις στερήσεις και τους πόνους. Η θρησκεία και ιδιαίτερα ο Χριστιανισμός δεν είναι παρά ένας απεχθής μύθος (παραμύθι) που το σκάρωσε ο κλήρος, αποκλειστικά και μόνο για να κρατούν τον λαό στην αμάθεια και στην υποταγή. Οι άνθρωποι είναι από τη φύση ίσοι μεταξύ τους. Για να καταργήσουν όμως την ανισότητα, οι φτωχοί πρέπει να συσπειρωθούν και να γκρεμίσουν τους τυράννους. Ο Μελιέ, οραματίζεται το μελλοντικό καθεστώς σαν μια ομοσπονδία κοινοτήτων (κομμούνες), όπου θα βασιλεύει η δικαιοσύνη, όπου όλοι οι άνθρωποι θα εργάζονται και θα χαίρονται τους καρπούς της δουλειάς με πλήρη ισοτιμία. Οι κοινωνικές τους απόψεις συγκλίνουν προς έναν ισότιμο αγροτικό κομμουνισμό.
   Οι φιλοσοφικές του πεποιθήσεις, διαμορφώθηκαν κάτω από την επίδραση του αρχαίου υλισμού και κυρίως του Επίκουρου του Λουκρητίου κι από τους σύγχρονούς του φιλοσόφους, όπως π.χ. από τον Σπινόζα. Κατά τη γνώμη του Μελιέ, η φύση αποτελεί τη μοναδική αντικειμενική πραγματικότητα: υπάρχει "αφ'εαυτής" και υπακούει στους νόμους της δικής της εσωτερικής αναγκαιότητας, δεν είναι προϊόν κανενός δημιουργού. Η ύλη ¨οφείλει εις αυτήν" την ύπαρξή της και την κίνησή της και ως εκ τούτου είναι μάταιο να αναζητάμε έξω από την ίδια τη φύση την αρχή της δημιουργίας και της κίνησής της. Όπως ο Σπινόζα, έτσι κι ο Μελιέ, κατακρίνει αυστηρά τον ντεϊσμό του Καρτεσίου και πιστεύει στην υλικότητα και την φθαρτή φύση της ψυχής. Όπως κάθε προγενέστερος του Μαρξ υλισμός, έτσι κι ο υλισμός του Μελιέ αδιάσπαστος, μ'έναν ενεργό αθεϊσμό, είναι μεταφυσικός και στενός. Οι αντιλήψεις του για την κοινωνία είναι ιδεαλιστικές. Πίστευε ότι ο λαός υποφέρει γιατί του λείπει η μόρφωση και γιατί εξαπατάται από τους κυβερνήτες και τον κλήρο. Το έργο του Μελιέ "Η Διαθήκη μου", αντιγράφηκε πρώτη φορά από χέρι το 1730. Το 1762 ο Βολταίρος δημοσίευσε μερικά αποσπάσματά του. Το πλήρες κείμενο δημοσιεύτηκε το 1864.

  Παραθέτουμε ένα απόσπασμα από το έργο του Ζαν Μελιέ "Η Διαθήκη μου":
  Περνάμε τώρα σε μερικούς από τους λόγους και τις πράξεις του Χριστιανισμού που είναι οι πιο περίεργοι του είδους: "Μετανοείτε", κήρυττε στον κόσμο "γιατί η βασιλεία των ουρανών πλησιάζει, πιστέψτε αυτό το καλό νέο". Και διέτρεχε όλη τη Γαλιλαία κηρύσσοντας έτσι τον υποτιθέμενο ερχομό της βασιλείας των ουρανών. Επειδή κανένας δεν έχει δει την άφιξη αυτής της βασιλείας, εξυπακούεται ότι ήταν φανταστική. Ας δούμε όμως το εγκώμιο και την περιγραφή αυτού του βασιλείου. Να πως μίλαγε στους ανθρώπους: "Η βασιλεία των ουρανών μοιάζει μ'έναν άνθρωπο που έσπειρε καλό σιτάρι στο χωράφι του. Αλλά ενώ κοιμόταν, ο εχθρός του ήρθε κι έσπειρε ζιζάνια μέσα στο σιτάρι του. Το βασίλειο των ουρανών είναι σαν ένας θησαυρός κρυμμένος σ'ένα χωράφι τον οποίο, όταν βρίσκει κάποιος τον κρύβει ξανά, κι αισθάνεται τόση χαρά, που πηγαίνει, πουλάει όλα τα υπάρχοντά του κι αγοράζει αυτό το χωράφι. Η βασιλεία των ουρανών είναι σαν ένας έμπορος που ψάχνει για μαργαριτάρια κι όταν βρίσκει ένα σπάνιο και μεγάλης αξίας, πουλάει ότι έχει και το αποκτά. Είναι (η βασιλεία των ουρανών) σαν ένα δίχτυ που ρίχτηκε στη θάλασσα και μάζεψε όλων των ειδών ψάρια, τα οποία, όταν το δίχτυ γέμισε, οι ψαράδες έβγαλαν στη στεριά, ξεδιάλεξαν τα καλά κι έριξαν τ'άχρηστα ξανά στη θάλασσα. Είναι σαν ένας σπόρος  συνάπεως που το έσπειρε κάποιος στο χωράφι του κι ο οποίος παρότι ο μικρότερος σπόρος όλων, όταν φύτρωσε και μεγάλωσε έγινε μεγαλύτερος απ'όλα τα λαχανικά κ.λπ." Αυτές οι ασυναρτησίες είναι λόγος Θεού;






Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2016

Φιλοσοφία: Φράνσις Βάκων



Francis Bacon (1561-1626)

 Στον Αγγλικό διαφωτισμό, μια από τις μεγάλες φυσιογνωμίες, είναι ο Άγγλος, Φράνσις Βάκων.
  Μεγαλωμένος στην Αγγλία, στη χώρα με το πιο αναπτυγμένο εμπόριο και βιομηχανία, ο Βάκων γίνεται θεμελιωτής της υλιστικής θεωρίας, της επιστημονικής γνώσης που στηρίζεται στην παρατήρηση και το πείραμα. Το νέο περιεχόμενο του ουμανισμού και της φιλοσοφίας της φύσης στα χρόνια του διαφωτισμού, είναι η πρακτική ζωή του ανθρώπου.
  Ο  Φράνσις Βάκων επιδιώκει να γίνει πραγματικότητα το επίγειο "ανθρώπινο βασίλειο", με τον αγώνα των ανθρώπων εναντίον της φύσης, που μπορούν να την υποτάξουν αφού πρώτα υποταχθούν οι ίδιοι από νόμους της, για να τους εφαρμόσουν όπου πρέπει. Για να γίνει πραγματικότητα αυτό ένα μέσο για τον Βάκωνα, υπάρχει, η απεριόριστη ανάπτυξη της επιστήμης γενικά και της φυσικής ιδιαίτερα. Καλεί τη φιλοσοφία να υπηρετήσει τη δημιουργία "εργαλείων χεριού" που να υποτάσσουν τη φύση στον άνθρωπο και "διανοητικών εργαλείων" που να οργανώνουν και να κατευθύνουν την ανθρώπινη γνώση. Ανακηρύσσει τη γνώση δύναμη, ικανή να χτίσει πάνω σε στέρεες βάσεις το μεγαλείο του ανθρώπου και να διευρύνει τα όρια της εξουσίας του πάνω τη φύση.
   Στη "Νέα Ατλαντίδα" που ο Βάκων την έγραψε εκατό χρόνια ύστερα από την "Ουτοπία" του Τ.Μουρ, ο συγγραφέας την περιγράφει σαν ένα ιδανικό βασίλειο του πνεύματος. Αλλά η διαφορά ανάμεσα στις δυο ουτοπίες είναι μεγάλη. Ο Μουρ υπερασπίζει τα συμφέροντα του λαού και αμφιβάλλει για την ανάπτυξη του καπιταλισμού, που στα χρόνια του έκανε τα πρώτα βήματά του. Ο Βάκων έχει υπόψιν την αύξηση του Εθνικού Πλούτου και τη στερέωση του Αγγλικού κράτους. Αν και ο Βάκων διαγράφει μεγαλόπρεπα την προοπτική της υποταγής της φύσης από τον άνθρωπο, ωστόσο στο ουτοπικό κράτος διατηρεί και το χρήμα και την ατομική ιδιοκτησία και την ταξική ανισότητα. Μόνον τα άφθονα τεχνικά μέσα και οι, σχεδόν, μυθικοί όροι για την ανάπτυξη της επιστήμης κάνουν ωραία τη ζωή στη Νέα Ατλαντίδα. Αν και η ουτοπία του Βάκωνα δεν έχει καμία σχέση με το σοσιαλισμό, ωστόσο είναι ένα αξιόλογο έργο. Καθρεφτίζει την καλύτερη πλευρά του αστικού πολιτισμού, τη δυνατότητά του να αναπτύσσει τις παραγωγικές δυνάμεις, τόσο πολύ, που στα προηγούμενα κοινωνικά σχήματα ήταν αδύνατον.
 Οι πολιτικές ιδέες του Βάκωνα αναλύονται στο έργο του "Πειράματα" (1597-1625). Στο έργο αυτό, αν και ο Βάκων εκφράζει τον  σεβασμό του στη δημοκρατία, ωστόσο θεωρεί την μοναρχία αναπόφευκτο σχήμα στην ανάπτυξη του εθνικού κράτους κι αδιαφορεί πέρα για πέρα για την ηθική πλευρά του ζητήματος, προσπαθεί να βρει έναν τρόπο για την υποστηρίζει τη μοναρχία. Αλλά δεν υποστηρίζει την απολυταρχία χωρίς όρους. Το κυριότερο συμπέρασμα του φιλοσόφου είναι πως, όταν πεινάει ο λαός και τα πιο αυστηρά μέτρα δεν είναι δυνατό να προφυλάξουν το κράτος από τα τραντάγματα. Οι αναταραχές προκαλούνται κυρίως από οικονομικές αιτίες, αν και οι αφορμές του είναι δυνατό να προέρχονται από διάφορους άλλους λόγους.
   Η εξαθλίωση των λαϊκών μαζών δεν είναι δυνατό να εμποδιστεί όταν στη χώρα, ο μη παραγωγικός πληθυσμός, δηλαδή οι ευγενείς και ο κλήρος ήταν πάρα πολλοί.
   Οι αιτίες που προκαλούν μια επανάσταση σύμφωνα με τη γνώμη του Βάκωνα, εξαφανίζονται με την ανακάλυψη εμπορικών δρόμων, με το ευνοϊκό εμπορικό ισοζύγιο, με τον περιορισμό των φόρων και των δασμών.
  Στα, καθαρώς, αστικά αυτά ιδανικά, προστίθενται και μερικές μεσαιωνικές αυταπάτες. Έτσι π.χ. ο Βάκων πιστεύει πως η μοναρχία έχει δύναμη να περιορίζει τις αντιθέσεις της χρηματικής οικονομίας.
   Έτσι, ο Βάκων ξεκινώντας από τη σωστή θέση, πως η πολιτική εξαρτάται από υλικά συμφέροντα, καταλήγει στα ουτοπικά συμφέροντα να συγχωνεύσει δυο αρχές που η μία αποκλείει την άλλη - την αρχή για την ελεύθερη ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων και την αρχή για προστασία της μικρής ατομικές ιδιοκτησίας.
   Την ίδια αντιφατική στάση κρατάει και απέναντι στους ευγενείς. Απ'το ένα μέρος μας δίνει ανυστερόβουλα να καταλάβουμε πως οι ευγενείς μόνο κακό κάνουν στη χώρα κι απ'το άλλο πιστεύει πως οι ευγενείς είναι απαραίτητοι από πολιτική άποψη σαν κάστα, γιατί έχουν τη δύναμη να περιορίσουν την απολυταρχική εξουσία του μονάρχη. Σύμφωνα με τη θεωρία, πιστεύει πως και οι έμποροι είναι ένα χρήσιμο κομμάτι του έθνους, αν και οι πηγές του πλουτισμού τους δεν είναι εντελώς καθαρές.
   Γενικά ο Βάκων προσπαθεί να βρει μια επιστημονική φόρμουλα για να συμβιβάσει τις κοινωνικές αντιθέσεις στην εποχή του. Το σπουδαιότερο μέρος της διδασκαλίας του Βάκωνα, είναι η κριτική του για την σχολαστική που στηρίζονταν στην αυθεντία της εκκλησίας και στην ξεκομμένη από κάθε πραγματικό περιεχόμενο λογική του Αριστοτέλη. Αντίθετα από τους φιλόλογους ουμανιστές, ο Βάκων τονίζει τη σημασία που έχουν οι μεγάλες ανακαλύψεις της εποχής του και που χάρη σ'αυτές ανοίχτηκαν καινούργιοι ορίζοντες για την ανθρωπότητα που ξεπέρασε το επίπεδο της αρχαιότητας.


   Για να προχωρήσει ο άνθρωπος με ακόμα πιο μεγάλες επιτυχίες, είναι απαραίτητο ν'απαλλαγεί απ'όλες τις συνηθισμένες προλήψεις του. Τις προλήψεις και τις δεισιδαιμονίες αυτές, ο Βάκων τις χωρίζει σε τέσσερις κατηγορίες.:
- Στα "Είδωλα του Γένους", που αναγκάζουν τον άνθρωπο να τα κρίνει όλα με μέτρο τον εαυτό του.
- Στα "Είδωλα του Σπηλαίου", τη συνήθεια του ανθρώπου να βλέπει το γύρω, τον κόσμο, με το δικό του, στενό πρίσμα.
- Στα "Είδωλα της Αγοράς", δηλαδή, οι συμβατικότητες που δημιουργούνται από την επικοινωνία του ανθρώπου με τους συνανθρώπους του, κυρίως με τη βοήθεια της γλώσσας.
- Στα "Είδωλα του Θεάτρου", η υπερβολική εμπιστοσύνη στις καθιερωμένες αρχές, δηλαδή τις παραδόσεις.
   Η επιστήμη αντί να παίζει άγονα με τους συλλογισμούς, πρέπει να στηρίζεται στην πείρα, στα δεδομένα των αισθήσεών μας.
   Ο Βάκων δεν αμφιβάλλει καθόλου πως η γνώση με τις αισθήσεις μας δίνει την αληθινή εικόνα του κόσμου, αλλά υποστηρίζει πως πρέπει να αφήνουμε την υπερβολική φαντασία που επιβάλλει στο μυαλό μας να κάνει αβάσιμες γενικεύσεις. Από το άλλο μέρος, ο επιστήμονας, δεν πρέπει να μοιάζει με το μερμήγκι, να μαζεύει δηλαδή απλώς στοιχεία. Κι ο Βάκων προτείνει ένα ολόκληρο σύστημα ορθολογιστικής επεξεργασίας των δεδομένων της πείρας μας, με την ανάλυση και την προσεκτική γενίκευση. Η μέθοδος που προτείνει, περιλαμβάνει τόσο την "ανιούσα" κίνηση από το μοναδικό στο γενικό όσο και την "κατιούσα" προς την αντίθετη κατεύθυνση από τα γενικά αξιώματα στα μερικά συμπεράσματα. Αλλά ο συγγραφέας του "Νέου Οργάνου" δεν μπόρεσε να τα βγάλει πέρα με τα πιο σύνθετα προβλήματα της επιστημονικής μεθόδου που απαιτούν διαλεκτική λύση. Μπροστά στις δυσκολίες, ο Βάκων ταλαντεύεται είτε προς το μονόπλευρο εμπειρισμό, είτε προς τις φανταστικές υποθέσεις που είναι τυπικές στη φυσική φιλοσοφία, εκείνη την περίοδο.
   Οι ταλαντεύσεις του αυτές, χαρακτηρίζουν όλο το θεωρητικό σύστημα του μεγάλου αυτού Άγγλου υλιστή. Ο Βάκων νομίζει πως αυτός καθαυτός ο φιλοσοφικός υλισμός, δεν είναι σε θέση να εξηγήσει την ενότητα και την εσωτερική ερμηνεία του σύμπαντος σαν συνόλου και πως για να συμπληρωθεί, χρειάζεται μια κάποια "φυσική θεολογία".
   Η θεολογική αυτή ασυνέπεια, ενισχύεται στον Βάκωνα από λόγους πρακτικούς. Ο Βάκων βλέπει τη θρησκεία από καθαρά πολιτική άποψη. Αντικρίζοντας τη θρησκεία όπως ο Μακιαβέλι αναγκάζεται και ο ίδιος να υποταχθεί στις απαιτήσεις της. Αλλά από τη δύσκολη θέση του, κατορθώνει να βγει καταφεύγοντας στην παλιά θεωρία των "δύο αληθειών" που ήταν γνωστή από το μεσαίωνα. Έτσι, καθετί που είναι παράλογο, για τον κόσμο της επιστήμης είναι λογικό κάτω από το φως της θρησκευτικής αποκάλυψης. Κάθε ανάμειξη της πίστης είναι απαράδεκτη στη μελέτη της φύσης, αλλά πέρα από τα όρια της επιστημονικής γνώσης, πρέπει να παραδεχόμαστε άκριτα τα δόγματα της κρατικής εκκλησίας. Ο Μαρξ γράφει, "Στο Βάκωνα, στον πρώτο του δημιουργό ο υλισμός κρύβει κιόλας μέσα του σε απλοϊκή μορφή τα σπέρματα της ολόπλευρης εξέλιξης. Η ύλη χαμογελάει με την, ποιοτικά, αισθητή λάμψη της σε κάθε άνθρωπο. Ωστόσο, η ίδια η θεωρία είναι κατάμεστη από θεολογικές ανακολουθίες."
   Ο Μαρξ συνόψισε ως εξής τη φιλοσοφία του Βάκωνα, "Όλες οι επιστήμες βασίζονται στην εμπειρία, κι αποτελούν μια ταξινόμηση των δεδομένων μας που μας προμηθεύουν οι αισθήσεις μας σε συνδυασμό με μια ορθολογική έρευνα. Η επαγωγή, η ανάλυση, η σύγκριση, η παρατήρηση, το πείραμα, είναι οι σπουδαιότερες μορφές αυτής της ορθολογικής μεθόδου."

Τετάρτη 31 Αυγούστου 2016

Φιλοσοφία: Τζων Λοκ



John Locke (1632-1704)

   Συνεχίζοντας τον Αγγλικό διαφωτισμό, περνάμε στον μεγάλο, Άγγλο διανοητή, Τζων Λοκ (1632-1704).
   Το πολιτιστικό κίνημα του διαφωτισμού άρχισε από την Αγγλία. Εδώ, στο έδαφος που είχε ανασκάψει η αστική επανάσταση, φυτρώνουν  πολλές από τις ιδέες που είναι οι πιο χαρακτηριστικές ολόκληρου του "αιώνα του διαφωτισμού". Μια απ'αυτές ήταν και η ιδέα του "φυσικού ανθρώπου". Την είχε διακηρύξει ο Χομπς, αλλά ο Χομπς υποστήριξε πως από φυσικού του ο άνθρωπος έχει μια τάση (ροπή), έχει την απεριόριστη τάση να ικανοποιεί το ατομικό του συμφέρον. Από εδώ, λοιπόν, προήλθε η σκέψη, πως, για να εξασφαλιστεί η κοινωνική τάξη πραγμάτων χρειάζεται εξωτερικός καταναγκασμός.
  Αλλά για τους διαφωτιστές του 17ου αιώνα, ο "φυσικός άνθρωπος" μεταφέρεται σε μια αφηρημένη έννοια "ανθρώπου γενικά", ενός όντος που είναι βασικό λογικό, αγαθό και κοινωνικό. Οι στοχαστές της καινούργιας Αγγλικής τάξης, της αστικής, αποκαθιστούν κατά κάποιο τρόπο τα δικαιώματα του "φυσικού ανθρώπου" και παίρνουν θέση εναντίον του καταναγκασμού, τόσο στον πολιτικό όσο και στον θρησκευτικό τομέα.
   Σύμφωνα με την θεωρία τους, τα αισθήματα, οι ανάγκες και οι ιδιότητες του "φυσικού ανθρώπου", είναι το μέτρο για τις ιστορικά διαμορφωμένες συνθήκες της της κοινωνικής ζωής, που είναι τεχνητές και ψεύτικες, και γι'αυτό καταδικάζονται.
   Για τους διαφωτιστές, τέτοια τεχνικά επιστρώματα, ήταν κυρίως οι φεουδαρχικοί θεσμοί. Αναγνώριζαν ωστόσο της φυσικές εκδηλώσεις της ανθρώπινης φύσεις, τα συμφέροντα της αστικής προσωπικότητας, που είναι απαλλαγμένη από τους περιοριστικούς φεουδαρχικούς θεσμούς.
 Η εξιδανίκευση του αστικού κοινωνικού συστήματος που περιέχουν οι σκέψεις αυτές, εκφράζει έναν συνειδητό ταξικό υπολογισμό. Η ανωριμότητα των αστικών σχέσεων που προσιδιάζει στο μανιφακτουρικό στάδιο του καπιταλισμού, ήταν η αιτία που οι Άγγλοι διαφωτιστές είχαν αυταπάτες για τον πραγματικό χαρακτήρα, του αστικού κοινωνικού συστήματος, που πίστευαν ειλικρινά πως ο τελευταίος σκοπός του ήταν η ευημερία όλων των κοινωνικών στρωμάτων.
   Εξάλλου, αυτό που χαρακτηρίζει γενικά τους πιο ξεχωριστούς Άγγλους διαφωτιστές, είναι οι πολύ μετρημένες κοινωνικές και πολιτικές τους απόψεις, κι'αυτό φαίνεται κυρίως στη στάση τους απέναντι στη θρησκεία. Ο θεμελιωτής του φιλελευθερισμού τον 17ο αιώνα και διδάσκαλος έπειτα των Γάλλων διαφωτιστών (ο Αγγλικός προηγείται του Γαλλικού διαφωτισμού), ο Τζων Λοκ, ήταν τόσο δειλός στις ορθολογιστικές του κρίσεις για τη θρησκεία που δεν τόλμησε να θίξει τη θεϊκή αποκάλυψη, υποστηρίζοντας την αρχή της ανεξιθρησκείας. Πίστευε πως αυτή ήταν ανεφάρμοστη για τους καθολικούς και τους αθεϊστές.
   Ακόμα και οι πιο τολμηροί στοχαστές που πίστευαν πως σε κάθε θρησκεία, συσπειρώνονταν μόνο προλήψεις και δεισιδαιμονίες, βεβαίωναν πως η θρησκεία χρειαζόταν στο λαό. Οι προλήψεις, υποστήριζαν, πρέπει να ξεριζωθούν αλλά ν'αντικαθιστούν από μια πίστη που να στη στηρίζεται στο λογικό. Η Αγγλία είναι πατρίδα του ντεϊσμού, δηλαδή της ορθολογιστικής πίστης στο "υπέρτατο ον" που κυβερνάει τον κόσμο, σύμφωνα με τους "φυσικούς και θεικούς" νόμους που το ον αυτό έχει δημιουργήσει.


   Όπως γράφει ο Ένγκελς, στη θρησκεία η αστική τάξη ανακάλυψε ένα ισχυρό μέσο για να διαπαιδαγωγήσει τους φυσικούς υπηκόους της με το πνεύμα της υπακοής. Η ιδέα του "φυσικού ανθρώπου", με την έννοια που της έδιναν οι διαφωτιστές, είναι βασική στη φιλοσοφία του Τζων Λοκ, που είναι ο πρώτος μεγάλος στοχαστής της αστικής Αγγλίας.
    "Ο Λοκ - γράφει ο Ένγκελς - στον τομέα της θρησκείας καθώς και της πολιτικής, ήταν γέννημα θρέμμα του ταξικού συμβιβασμού του 1668". Τις πολιτικές του ιδέες, ο Λοκ τις αναπτύσσει στο έργο του "Δυο πραγματείες για την κυβέρνηση", που το έγραψε επηρεασμένος από τον Χομπς, αλλά και για να τον καταπολεμήσει. Όπως ο Χομπς, έτσι κι ο Λοκ, στη θεωρία του για το κράτος, ξεκινάει από τη σκέψη πως πριν από τη σύγχρονη κοινωνία, επικρατούσε η "φυσική κατάσταση" και πως η συνένωση των ανθρώπων σε κοινωνίες, ήταν αποτέλεσμα θεληματικής τους συμφωνίας - ενός κοινωνικού συμβολαίου. Αλλά αντίθετα από τον Χομπς, ο Λοκ πίστευε στην αγαθή και λογική βάση της ανθρώπινης φύσης και υποστήριξε πως σκοπός κάθε κοινωνίας είναι η διατήρηση και η προστασία της προσωπικής ελευθερίας.
   Βασικά, η πολιτική θεωρία του Λοκ, είναι αστική, κι αυτό φαίνεται καθαρά από το ότι αναγνωρίζει πως η ατομική ιδιοκτησία είναι φυσικό δικαίωμα του ανθρώπου, στον ίδιο βαθμό με την ελευθερία και την ισότητα.
   Ο Λοκ, απορρίπτει τη φεουδαρχική θεωρία για το θεικό δικαίωμα των μοναρχών και τη θεωρία της απολυταρχίας του Χομπς και στη βάση της θεωρίας του για το κράτος - τοποθετεί την αρχή των πολιτικών κυριαρχικών δικαιωμάτων του λαού που του αναγνωρίζει το δικαίωμα ν'αλλάξει την κρατική εξουσία όταν υπερβαίνει το κοινωνικό συμβόλαιο και επιβουλεύεται τα φυσικά δικαιώματα του ανθρώπου - την προσωπική ελευθερία και την ιδιοκτησία.
   Η πολιτική θεωρία του Λοκ, έχει τεράστια επαναστατική επίδραση στην κοινωνική σκέψη της Ευρωπαϊκής Ηπείρου. Η θεωρία αυτή αναπτύχθηκε από τον Ρουσσώ και καθρεπτίζεται στη νομοθεσία της αστικής Γαλλικής Επανάστασης. Το σπουδαιότερο έργο του Λοκ - "Δοκίμιο για την ανθρώπινη νόηση", είναι μια προσπάθεια ν'αποδοθούν όλες οι γνώσεις και οι ιδέες στην εμπειρία του ανθρώπου που την αποκτούμε με τις αισθήσεις (αισθησιοκρατία σενσουαλισμός).


  Ο Λοκ, καταπολεμά τη θεωρία των έμφυτων ιδεών (προ-εμπειρικών) του Ντεκάρτ. Στο "σκέπτομαι άρα υπάρχω" (cognito ergo sum), ο Λοκ αντιπαρατάσσει: τίποτα δεν υπάρχει στη σκέψη που να μην υπάρχει πρώτα στις αισθήσεις. Ο Άγγλος φιλόσοφος, αντικρούοντας τη θεωρία των έμφυτων ιδεών του Ντεκάρτ, γράφει: Αν υπήρχαν έμφυτες ιδέες, "προ-εμπειρικές", θα έπρεπε να είναι συνειδητές, και στα παιδιά, και στους αμόρφωτους, και στους άγριους ακόμη.
   Όταν γεννιέται ο άνθρωπος, η συνείδησή του είναι tabula rasa (άγραφος πίνακας).
   Η αναγνώριση από τον Λοκ, πως από τις αισθήσεις πηγάζει η σκέψη, είναι μεγάλη ιδέα που την ανέπτυξε ακόμα πιο πολύ ο υλισμός του 18ου αιώνα. Αλλά η έννοια της εμπειρίας του Λοκ, περιέχει μια εσωτερική αντίφαση.
 Αναγνωρίζοντας ο Λοκ πως υπάρχουν δύο ισάξιες πηγές (εμπειρίας) για τη γνώση - ο εξωτερικός κόσμος και η reflex ion (η καθ'αυτή ενέργεια της ψυχής), ανοίγει το δρόμο και για την ιδεαλιστική ερμηνεία της έννοιας της αίσθησης. Ο Λοκ παραδέχεται τις προκαταλήψεις του μηχανικού υλισμού κι αφαιρεί από την ύλη τις ποιοτικές της ιδιομορφίες.
  Υποστηρίζει τη θεωρία για τις πρωτεύουσες αλλά και τις δευτερεύουσες ιδιότητες. Πρωτεύουσες είναι οι αντικειμενικές ιδιότητες της ίδιας της ύλης. Σ'αυτές, ο Λοκ κατατάσσει μόνο την έκταση, τον όγκο, το σχήμα, την κίνηση και την ηρεμία. Όλες οι υπόλοιπες ιδιότητες, η γεύση, το χρώμα, η οσμή, κ.λπ., είναι δευτερεύουσες κι εξαρτώνται μόνο από το υποκείμενο που τις δέχεται.
   Έτσι το υποκείμενο αποσπάται από το αντικείμενο, γίνεται ανεξάρτητο από την πραγματικότητα. Οι αντιθέσεις της αισθησιοκρατικής θεωρίας του Λοκ, καθόρισαν τη διπλή εξέλιξη της και προς τον υλισμό και προς τον ιδεαλισμό. Την ιδεαλιστική τάση στην εξέλιξη της αισθησιοκρατίας του Λοκ την εκπροσωπούν ο Μπέρκλεϊ κι ο Χιουμ. 

Δευτέρα 29 Αυγούστου 2016

Φιλοσοφία: Τόμας Χόμπς


Thomas Hobbes (1588-1699)
                                   "Ο άνθρωπος είναι ύλη που σκέφτεται"

  Στο δεύτερο μισό του 17ου αιώνα, ο αγγλικός πολιτισμός αναπτύσσεται κάτω από την άμεση επίδραση των επαναστατικών γεγονότων. Τα γεγονότα έβαλαν την σφραγίδα τους και στο έργο του μεγαλύτερου φιλόσοφου των μέσων του 170ου αιώνα, Τόμας Χόμπς, του πρώτου σύγχρονου υλιστή στη διανόηση του 18ου αιώνα. Ο Χόμπς συστηματοποίησε την υλιστική θεωρία του Βάκωνα (Bacon, θα ακολουθήσει εκτενές άρθρο). Την έκανε πιο συνεπή αλλά ταυτόχρονα πιο μονόπλευρη κι αφηρημένη.
   Τις διάφορες μορφές της κίνησης της ύλης, ο Τόμας Χόμπς τις ανάγει σε μια καθαρά μηχανική ή μαθηματική κίνηση. "Η αίσθηση χάνει τα ζωηρά της χρώματα - γράφει ο Μαρξ - και γίνεται αφηρημένη αίσθηση ενός γεωμέτρη."
  Μεγαλύτερη σημασία έχουν τα έργα του Χόμπς που είναι αφιερωμένα στη φιλοσοφία του κράτους και του δικαίου (Λεβιάθαν).
   Ο Τόμας Χόμπς εχθρευόταν την επανάσταση και στα έργα του υποστηρίζει πως ο λαός πρέπει να υπακούει αδιαμαρτύρητα στη Βασιλική εξουσία. Αλλά παρόλα αυτά, η αστική επανάσταση έβαλε τη σφραγίδα στη φιλοσοφία του. Ο φιλόσοφος βγάζει αντιδραστικά συμπεράσματα, αλλά τα επιχειρήματα που φέρνει υποστηρίζουν τα συμπεράσματα συλλογισμών του πάνω στα γεγονότα του εμφυλίου πολέμου.
  Δεν είναι τυχαίο που ο βασιλικός Ρόμπερτ Φίλμερ που υποστήριζε την πατριαρχική θεοκρατική θεωρία της απολυταρχίας, γράφει για τη φιλοσοφία του Χόμπς πως "δέχομαι το οικοδόμημα αλλά απορρίπτω τα θεμέλιά του" Ο Χόμπς με την πολιτική του θεωρία προσπαθεί να εξηγήσει ορθολογικά την προέλευση του κράτους και να προσδιορίσει τη θέση που έχει στην κοινωνία
   Με το δίκιο του ο Μάρξ τοποθετεί τον Χόμπς ανάμεσα στους φιλόσοφους που άρχισαν να βλέπουν το κράτος με ανθρώπινα και να βγάζουν τους τους φυσικούς τους νόμους, από το λογικό κι από την εμπειρία κι όχι από την θεολογία.
   Ο Χόμπς ξεκινάει όπως και οι άλλοι σύγχρονοι στοχαστές από τη σκέψη πως πριν από τον κοινωνικό τρόπο ζωής, προηγήθηκε ο φυσικός. Στη φυσική τους κατάσταση οι άνθρωποι ζούσαν ξεμοναχιασμένοι. Ο Χόμπς, αντίθετα από της φιλοσοφίας της περιόδου του διαφωτισμού κι από πολλούς σύγχρονους του (Μίλτον, Λίμπερν, κ.α.), πολύ λίγο προσπαθεί να εξαδινικεύσει τον "φυσικό άνθρωπο" και του αποδίδει πολλά από τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου αστού. Πιστεύει πως ο άνθρωπος είναι από τη φύση του εγωιστής, ένα αντικειμενικό ον και (συνεπώς) είναι λάθος να πιστεύουμε πως στο ον αυτό υπάρχει υπάρχει κοινωνικό ένστικτο όπως δίδαξε ο Αριστοτέλης ("Πολιτικό ζώον").
   Για τον Χόμπς, η φυσική κατάσταση ήταν μια κατάσταση όπυ δεν είχε δαμαστεί ακόμη η αυθαιρεσία κι όπου κυριαρχούσε ο πόλεμος πάντων εναντίον πάντων. Αλλά κανείς δεν ένιωθε ασφάλεια και γι'αυτό προβάλλει η ανάγκη να καταργηθεί ο πόλεμος κι έτσι έγινε η κοινωνία που στηρίζεται σ'ένα συμβόλαιο. Όρος του συμβολαίου αυτού, είναι, λέει ο Χόμπς, να παραιτηθούν οι άνθρωποι από τα φυσικά τους δικαιώματα και να τα μεταβιβάσουν στο κράτος. Ο Χόμπς πιστεύει πως η καλύτερη μορφή του κράτους είναι η μοναρχία. Υποστηρίζει με βεβαιότητα πως μόνο μια ισχυρή, χωρίς κανέναν περιορισμό, κρατική εξουσία είναι δυνατόν να επιβάλλει την ειρήνη και να εξασφαλίζει τους πολίτες. Υποστηρίζει πως η ατομική ιδιοκτησία παρουσιάστηκε με την ίδρυση του κράτους. Την περίοδο που οι άνθρωποι ζούσαν σε φυσική κατάσταση, η "φύση" τους έδινε τα πάντα. Και για να τα κατέχουν αυτά, γίνονταν οι πόλεμοι όλων εναντίον όλων. Η καθιέρωση του δικού μου και του δικού σου, δεν είναι τίποτε άλλο από το μοίρασμα των όσων έχει δώσει η φύση στους ανθρώπους κι αυτό είναι είναι ένα ζήτημα που αφορά την ανώτερη εξουσία (κράτος) ανεξάρτητα από την μορφή διακυβέρνησης.
   Ο Χόμπς έχει υλιστικές ιδέες για την προσέλευση και τον ρόλο της θρησκείας. Πιστεύει πως η θρησκεία στηρίζεται στην αμάθεια και στο φόβο που νιώθει ο άνθρωπος για το μέλλον. Αλλά είναι ανάγκη, υποστηρίζει ο Χομπς, να καλλιεργείται το θρησκευτικό αίσθημα στο λαό, για να διατηρείται έτσι η ειρήνη ανάμεσα στους πολίτες. Σύμφωνα με την άποψή του, ο υλισμός κι ο αθεισμός είναι κατανοητοί κι επιτρέπονται σ'ένα στενό κύκλο από μορφωμένους ανθρώπους.





Παρασκευή 26 Αυγούστου 2016

Φιλοσοφία: Ορθολογισμός



  Ορθολογισμός (ρασιοναλισμός) είναι ο προσανατολισμός της γνωσιολογίας, σύμφωνα με τον οποίο η λογική αποτελεί τη μοναδική πηγή αυθεντικής γνώσης, σε αντίθεση προς τον εμπειρισμό, που παραδέχεται σαν πηγή των γνώσεών μας την εμπειρία που προέρχεται από τις αισθήσεις. Οι πιο διάσημοι εκπρόσωποι του ορθολογισμού είναι ο Καρτέσιος και ο Σπινόζα, που ο αγώνας τους ενάντια στη θρησκευτική και δογματική ιδεολογία της φεουδαρχίας, για το θρίαμβο της λογικής και των δικαιωμάτων της, είχε προοδευτικό χαρακτήρα.
   Θεμελιωτής του ορθολογισμού υπήρξε ο Καρτέσιος. Αυτός πρώτος έδειξε την παντοδυναμία της λογική, που την θεωρούσε σαν κριτήριο της αλήθειας. Για τους ορθολογιστές τα μαθηματικά, δηλαδή "η καθαρή" επιστήμη, που υποτίθεται πως είναι ανεξάρτητη από την εμπειρία, αποτελούν την ενσάρκωση της ιδανικής επιστήμης. Ο Καρτέσιος υποστήριξε ότι, όπως ο μαθηματικός φθάνει στη λύση των προβλημάτων του με τη δύναμη της λογικής, έτσι κι ο φιλόσοφος μπορεί να γνωρίσει την αλήθεια με τη βοήθεια και τη δύναμη της λογικής του. Κατά την άποψη των ορθολογιστών, τα δεδομένα των αισθήσεων είναι απατηλά, μόνον η λογική είναι το ασφαλές μέσο της γνώσης. Ο Μπαρούχ Σπινόζα, πίστευε επίσης ότι οι εμπειρικές γνώσεις είναι αβέβαιες, "συγκεκχυμένες ενώ η λογική μας παρέχει αναγκαίες κι αυθεντικές γνώσεις. Ενώ ο εμπειρισμός διακηρύσσει την απόλυτη αξία της εμπειρίας, υποτιμώντας έτσι το ρόλο της λογικής, ο ορθολογισμός αντίθετα αποσπά τη λογική από την εμπειρία από τις αισθήσεις κι αναγορεύει σε απόλυτη αξία τις αντιλήψεις και τη σκέψη. Η διάσπαση ανάμεσα στο λογικό και το αισθητό, οδηγεί μοιραία στον ιδεαλισμό, γιατί οι έννοιες κι οι αντιλήψεις καταντούν κοινές αφαιρέσεις στερημένες από συγκεκριμένο περιεχόμενο. Ο ορθολογιστής αρκείται στο συλλογισμό" σημειώνει ο Λένιν.
   Ο διαλεκτικός υλισμός, ξεπέρασε τον μονόπλευρο χαρακτήρα, τόσο του ορθολογισμού, όσο και του εμπειρισμού, έλυσε με επιστημονικό τρόπο το πρόβλημα του αισθητού και του λογικού, δύο στοιχείων συναφών μιας και της ίδιας διαδικασίας, δύο αναγκαίων αναβαθμίδων της γνώσης που αλληλοσυμπληρώνονται αμοιβαία. Η εμπειρία πηγάζει από τις αισθήσεις κι αποτελεί την αφετηρία της γνώσης. Η πραγματική γνώση αρχίζει με τα δεδομένα που παρέχουν οι ανθρώπινες αισθήσεις, τα αισθητήρια όργανα. Αλλά η άμεση αντίληψη που πηγάζει από την αίσθηση, δεν μας παρέχει ακόμη μια βαθιά και πλήρη γνώση. Οι δεσμοί και οι ενδότερες σχέσεις των πραγμάτων και των φαινομένων αποκαλύπτονται, με τη λογική, με τη θεωρητική γνώση. Για τον διαλεκτικό υλισμό, το αισθητό και το λογικό είναι αλληλένδετα και με την ενότητά τους συγκροτούν το μοναδικό προτσές της γνώσης.




Τετάρτη 17 Αυγούστου 2016

Φιλοσοφία: Μηχανιστικός Υλισμός




   Από τον μεταφυσικό υλισμό, περνάμε στον μηχανιστικό υλισμό, ο οποίος αναπτύσσεται τον 16ο-18ο αιώνα. Ο μηχανιστικός υλισμός ήταν για την εποχή του μια αναγκαία και προοδευτική βαθμίδα του φιλοσοφικού υλισμού. Η μορφή αυτού του υλισμού καθορίστηκε από το ότι, απ'όλες τις επιστήμες, μόνο η μηχανική και τα μαθηματικά είχαν αναπτυχθεί. Αλλά αυτό ακριβώς εξηγεί και τον περιορισμένο χαρακτήρα του υλισμού της εποχής.
  Ο μηχανιστικός υλισμός προσπαθεί να εξηγήσει όλα τα φαινόμενα της φύσης, με τους νόμους της μηχανικής και να ανάγει όλα, τα ποιοτικά, διαφορετικά, φυσικά προτσές (χημεία, βιολογία, κ.λπ) σε μηχανικές λειτουργίες. Η διδασκαλία αυτή, θεωρεί την κίνηση όχι σαν μια αλλαγή γενικά, αλλά σαν μια μετατόπιση των σωμάτων μέσα στο χώρο που είναι αποτέλεσμα εξωτερικής επίδρασης ή σύγκρουσης των σωμάτων μεταξύ τους.
  Ο μηχανιστικός υλισμός αρνείται ότι η κίνηση είναι μια εσωτερική συμφυής ιδιότητα των πραγμάτων, αρνείται την ποιοτική αλλαγή τους, την εξέλιξή τους με άλματα, την εξέλιξή τους από το κατώτερο, στο ανώτερο, από απλό στο σύνθετο.
   Η μηχανιστική αντίληψη της φύσης διακρίνεται για στενότητα, είναι αδύνατη η παραδοχή της σαν όριο των γνώσεών μας, πολλές έννοιές της είναι αποστεωμένες. Αυτό αποτελεί ανεπάρκεια του παλιού υλισμού, μη κατανόηση της σχετικότητας όλων των επιστημονικών θεωριών, μεγαλοποίηση της μηχανιστικής άποψης. "Ο Μαρξ κι ο Ένγκελς σε αντίθεση προς τη μεταφυσική μέθοδο, έβλεπαν την κοινωνία σαν έναν ζωντανό οργανισμό, σε συνεχή ανάπτυξη κι όχι σαν κάτι μηχανικά συνδεδεμένο, που γι'αυτό το λόγο επιτρέπει κάθε λογής αυθαίρετους συνδυασμούς των διάφορων κοινωνικών στοιχείων, που για τη μελέτη (του οργανισμού) είναι αναγκαία η αντικειμενική ανάλυση των σχέσεων παραγωγής που συγκροτούν τον δοσμένο κοινωνικό σχηματισμό και η έρευνα των νόμων της λειτουργίας και της ανάπτυξής του." (Λένιν απ. τ. 18, σ.254)
  Ο υλισμός των Γάλλων διαφωτιστών ήταν "κυρίως" μηχανιστικός, ο υλισμός αυτός δεν ήταν διαλεκτικός (ήταν μεταφυσικός με την έννοια της αντιδιαλεκτικής), δεν εφάρμοζε με συνέπεια κι ολόπλευρα την άποψη της εξέλιξης, το ότι η "ουσία του ανθρώπου" κατανοούνταν απ'αυτούς αφηρημένα κι όχι σαν σύνολο όλων των κοινωνικών σχέσεων (καθορισμένων, συγκεκριμένων ιστορικά) και γι'αυτό ο υλισμός δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να "εξηγεί" τον κόσμο, ενώ το ζήτημα έγκειται στην "αλλαγή" του, με άλλα λόγια δεν καταλάβαινε η σημασία της "επαναστατικής πρακτικής δράσης."