Victor Hugo (1802-1885) |
"Όσο τα τρία προβλήματα, ο εξευτελισμός του άνδρα από την ανέχεια, το κατρακύλισμα της γυναίκας από την πείνα, η καχεξία του παιδιού από το νυχτέρι, δε θα βρίσκουν λύση τους όσο, ακόμα σε μερικές τάξεις η κοινωνική ασφυξία θα είναι δυνατή, με άλλα λόγια και γενικότερα όσο θα υπάρχει πάνω στη γη αμάθεια και δυστυχία, βιβλία σαν τους 'Άθλιους' μπορεί να είναι ανώφελα."
Στα χρόνια της δεκαετίας του 1830, που ήταν περίοδος αγώνα του Γαλλικού προλεταριάτου, κι ενώ οι ρομαντικοί, αντιδραστικοί συγγραφείς και ποιητές εξυμνούσαν με νοσταλγία τον παλιό φεουδαρχικό κόσμο και κλείνονταν στον λεγόμενο ελεφάντινο πύργο, με την απόγνωση και μικροπρέπειά τους, ο Βίκτορ Ουγκώ απέβη με πλήρη συνείδηση, ο κήρυκας και κατά κάποιον τρόπο η συνείδηση έθνους. "Όταν μιλάω για τον εαυτό μου μιλάω για εσάς", λέει σ'έναν πρόλογο των έργων του. Ο Ουγκώ όχι μόνο έζησε έντονα τα σημαντικά γεγονότα του αιώνα με την ευαισθησία του μεγαλοφυή ποιητή και συγγραφέα, αλλά και δεσμεύτηκε ολόκληρος σ'αυτά. Η αστική επανάσταση του 1830, τον συνειδητοποίησε περισσότερο για την συγκεκριμένη κατάσταση της χώρας του και τον έφερε πιο κοντά στο λαό, στους "Αθλίους", όπως θα τους ονόμαζε αργότερα. Η αστική επανάσταση του 1848, είναι ακόμη μια σημαντική στιγμή που άφησε ίχνη στην κοσμοαντίληψη του συγγραφέα. Όπως πολλοί, και ο Ουγκώ έτρεφε ψευδαισθήσεις για την αστική δημοκρατία που αντικατέστησε την Ιουλιανή μοναρχία, νομίζοντας πως θα έλυνε τα κοινωνικά προβλήματα και τους ταξικούς ανταγωνισμούς. Παρόλα αυτά, βαθιά απογοητευμένος και νιώθοντας τον κίνδυνο της οπισθοδρόμησης, ο Ουγκώ είναι από εκείνους που προσπάθησαν να αντισταθούν μέχρι τέλους στην εγκαθίδρυση του Ναπολεόντειου καθεστώτος. Ο Ουγκώ όχι μόνο δεν παραδέχτηκε ποτέ την κυριαρχία του Ναπολέοντα που επιβλήθηκε με πραξικόπημα το 1851 αλλά την καταπολέμησε αποφασιστικά. Το μεγάλο μίσος του προς το Ναπολέοντα τον τρίτο και το καθεστώς του, υποχρέωσε τον ποιητή να ζήσει 20 περίπου χρόνια αυτοεξόριστος.
Η περίφημη δήλωσή του ότι "θα γυρίσω στην πατρίδα μαζί με τη λευτεριά" στο έργο του "Στην εξορία", ανέβασαν το γόητρο και την δημοτικότητα του Ουγκώ. Αμέσως μετά την κατάρρευση του μισητού καθεστώτος το 1870, ο Ουγκώ γύρισε στον τόπο του και μερικούς μήνες αργότερα θα ζούσε τα ένδοξα γεγονότα της Κομμούνας του Παρισιού.
Σ'αυτή "τη στιγμή δοκιμασίας", όπως ονομάστηκε η παρισινή Κομμούνα, ο Ουγκώ έδειξε πάλι τον εαυτό του. Ενώ πολλοί συγγραφείς και ποιητές της εποχής ξαναρίχτηκαν στις αγκάλες της αστικής τάξης απ'όπου είχαν βγει για να έρθουν σε βοήθεια της, δυσφημίζοντας και διασπείροντας το μίσος για την υπόθεση που αγωνιζόταν το παρισινό προλεταριάτο, ή όταν άλλοι διάλεγαν τον δρόμο της φορμαλιστικής τέχνης, ο Ουγκώ εμπνεύστηκε από τον ηρωισμό του παρισινού προλεταριάτου. Αυτός ονόμασε το 1871 έτος τρομερό κι εξέφρασε επιφυλάξεις μικροαστού αισθηματία προς τους κομμουνάρους, αλλά από την άλλη τραγούδησε το μεγαλείο που τους έκανε "Έφοδο στον ουρανό" και προσπάθησαν να οικοδομήσουν ένα καινούργιο κόσμο.
Μέχρι το τέλος της ζωής του, ο Ουγκώ έβαλε τον εαυτό του και το ταλέντο του στην υπηρεσία των δημοκρατικών και ανθρωπίνων ιδανικών, παλεύοντας ενάντια σ'όλες τις μορφές της κοινωνικής αδικίας, με τη βαθιά κι ακλόνητη πεποίθηση ότι η ανθρωπότητα βαδίζει προς ένα φωτεινό μέλλον. Είναι πραγματικότητα ότι τάχθηκε συνειδητά στην υπεράσπιση όλων εκείνων που καταπιέζονται και υποφέρουν στην κοινωνία με ανταγωνιστικές τάξεις. Η οργή και το κατηγορώ ενάντια σ'αυτή την κοινωνία, υπεύθυνη σ'όσα συμβαίνουν, σ'αυτή διαπερνούν πέρα για πέρα όλη τη δημιουργία του. Από την άλλη όμως ελπίζει κι ονειρεύεται, ότι ο καλύτερος δρόμος επίλυσης όλων των κοινωνικών προβλημάτων, είναι ο δρόμος της ηθικής τελειοποίησης και πανανθρώπινης αγάπης, ο δρόμος της κατανόησης και της συμφιλίωσης μεταξύ αντιμαχόμενων τάξεων. Κι όταν μιλάει για πράξη εξέγερσης, θέλει να προειδοποιήσει τις άρχουσες τάξεις για τον κίνδυνο που διατρέχει η κοινωνία αν δεν πάρει μέτρα για την άμβλυνση των αντιθέσεων και την λύση των επίμαχων κοινωνικών προβλημάτων. Ο ουμανισμός του Ουγκώ μένει αισθητά υπερταξικός κι ως ένα βαθμό Χριστιανικός. Μ'όλα ταύτα κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τις βαθιές δημοκρατικές απόψεις του, οι οποίες αποτελούν τον άξονα της ζωής και της δημιουργίας τους. Το έργο του Ουγκώ, από τον καιρό ακόμα που ζούσε, ξεπέρασε τα όρια του χώρου κι αργότερα του χρόνου. Αυτός συγκαταλέγεται ανάμεσα στους πιο γνωστούς και τους πιο επιφανείς συγγραφείς στον κόσμο.
Ύστερα από την Ιουλιανή επανάσταση το 1830, το έργο μικρών αντιπροσώπων του ρομαντισμού, περιπλέκεται με τα δημοκρατικά και τα ουτοπικά ρεύματα της κοινωνικής σκέψης. Οι πιο λαμπροί εκπρόσωποι του ρομαντισμού αυτού είναι ο Βίκτωρ Ουγκώ και η Γεωργία Σάνδη. Ο Ουγκώ πέρασε δύσκολο δρόμο στην εξέλιξή του. Νεαρός ακόμα, παρουσιάστηκε στη λογοτεχνία με τη συλλογή "Ωδές και μπαλάντες" (1822), όπου υμνούσε τα κρίνα των Βουρβώνων και την ευσέβεια της καθολικής θρησκείας. Αλλά πολύ γρήγορα άφησε τα θέματα αυτά κι από τα μέσα της τρίτης δεκαετίας προχώρησε στις φιλελεύθερες, δημοκρατικές ιδέες.
Στον πρόλογο του θεατρικού έργου "Κρόμβελ" (1827), διατύπωνε τις αρχές που είχε η καινούργια, η ρομαντική δραματουργία. Καταπολέμησε τους κανόνες των "τριών ενοτήτων" και τον αυστηρό διαχωρισμό των [λογοτεχνικών] ειδών που ήταν χαρακτηριστικό του κλασικισμού. Αναγνώρισε τον Σαίξπηρ "θεό του θεάτρου" που υποστήριζε την ελευθερία και τη φυσικότητα, το "ντόπιο χρώμα" και το ανακάτεμα του τραγικού με το κωμικό στοιχείο. Το μανιφέστο του Ουγκώ έπαιξε θετικό ρόλο στην απαλλαγή της λογοτεχνίας από τους περιοριστικούς κανόνες του κλασικισμού. Από το άλλο μέρος, ο Ουγκώ αντικατέστησε τις κλασικιστικές συμβατικότητες, με τις ρομαντικές συμβατικότητες. Μεγάλη σημασία έδινε στο grotesque, για τον Ουγκώ μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε κάθε περίπτωση καλλιτεχνικής έκφρασης. Η δράση στα θεατρικά έργα του, ξετυλίγεται την περίοδο του μεσαίωνα με άφθονες εντυπωσιακές και συναρπαστικές στιγμές.
Στα 1831 γράφει το μυθιστόρημα "Η Παναγία των Παρισίων". Η σκοτεινή όψη του καθεδρικού ναού ενσαρκώνει τον φεουδαρχικό μεσαίωνα, το βασίλειο της καταπίεσης και του φανατισμού. Αλλά ο καθεδρικός ναός προσελκύει τον ποιητή και σαν μεγαλόπρεπο μνημείο τέχνης που το έχει δημιουργήσει το πνεύμα του λαού. Η ζωή του περιγράφεται στο μυθιστόρημα αυτό και είναι γεμάτη από κοινωνικές αντιθέσεις. Ο συγγραφέας είναι με το μέρος των ανθρώπων του λαού. Αλλά η συμβατικότητα της τέχνης του, παρουσιάζει την καταπιεζόμενη μάζα να εκπροσωπείται από τύπους σαν τον τερατόμορφο Κουασιμόδο και την εξιδανικευμένη συναισθηματική Εσμεράλδα.
Ο Ουγκώ χαιρέτησε με ενθουσιασμό την επανάσταση του 1830 αλλά για πολύ καιρό είχε αυταπάτες για το καθεστώς της ιουλιανής μοναρχίας. Μόνο ύστερα από την επανάσταση του 1848 ο Ουγκώ έγινε δημοκράτης. Αν και συγγραφέας, δεν κατάφερε να απαλαγεί τελικά από τις φιλελεύθερες αυταπάτες, ωστόσο οι ιδέες του ήταν, βασικά, δημοκρατικές. Καταπολέμησε θαρραλέα τον εγκληματικό τυχοδιωκτισμό του Λουδοβίκου-Βοναπάρτη που άρπαξε την εξουσία στη Γαλλία. Έγραψε εναντίον του το βιβλίο "Ιστορία ενός εγκλήματος" και το λίβελλο "Ναπολέων ο μικρός" (1852). Και τα δυο αυτά έργα έπαιξαν το ρόλο τους στον αγώνα εναντίον της αντίδρασης, αλλά ο Μαρξ σημειώνει πως ο Ουγκώ, μεγάλωσε άθελά του την αξία της προσωπικότητας του Λουδοβίκου-Βοναπάρτη.
Ο Ουγκώ αναγκάστηκε να φύγει από τη Γαλλία και να ζήσει εξόριστος 20 περίπου χρόνια. Στο χρονικό αυτό διάστημα, πήρε ενεργό μέλος στον πολιτικό αγώνα εναντίον της αντίδρασης, προσπάθησε να σώσει από τη θανάτωση τον Τζων Μπράουν, διαμαρτυρήθηκε για την κατακτητική πολιτική της Αγγλίας και της Γαλλίας και υπερασπίστηκε στις σελίδες του περιοδικού "Κόλοκολ" ("Καμπάνα") του Χέρτσεν στην πολωνική ανεξαρτησία. Τα χρόνια της εξορίας ήταν για τον Ουγκώ περίοδος μεγάλης δημιουργίας. Στα 1853 τύπωσε την ποιητική του συλλογή "Οι τιμωρίες", όπου κατηγορεί με πάθος την αστική τάξη που πρόδωσε τη δημοκρατία, καθώς και τους αντιδραστικούς κληρικούς, την ταξική δικαιοσύνη και τον ίδιο τον σφετεριστή της εξουσίας - τον Ναπολέοντα Γ'. Μιλάει για το λαό με βαθιά συμπάθεια και πιστεύει με ενθουσιασμό στις δυνάμεις και στο μέλλον του.
Στην εξορία του, έγραψε τα μυθιστορήματα "Οι άθλιοι", "Ο εργάτης της θάλασσας", "Ο άνθρωπος που γελάει. Ξεχωριστή σημασία έχει το μυθιστόρημά του "Οι άθλιοι" (1862), όπου αγγίζει τα οξύτερα κοινωνικά προβλήματα του 19ου αιώνα. Περιγράφει τη μοίρα ενός αγράμματου αγρότη - του Γιάννη Αγιάννη, που για το τίποτα βρίσκεται στα κάτεργα, και μιας νεαρής γυναίκας - της Φαντίνας, που γίνεται πόρνη, και αποδεικνύει πως και τα δυο αυτά πρόσωπα καταστρέφονται από την κοινωνική αδικία και τα ελαττώματα της αστικής κοινωνίας. Ο Ουγκώ πιστεύει πως ο άνθρωπος είναι δυνατόν να αναμορφωθεί ηθικά με την επίδραση του ανθρωπισμού και της συμπόνοιας. Η ιστορία του Γιάννη Αγιάννη και της Φαντίνας ξετυλίγεται πάνω σ'ένα πλατύ κοινωνικό φόντο. Περιγράφει π.χ., τις μάχες στα οδοφράγματα που έγιναν στο Παρίσι στα 1832. Οι συμπάθειες του Ουγκώ είναι με το μέρος του ξεσηκωμένου λαού. Μεταδίδει [στον αναγνώστη] το αγωνιστικό πάθος και δημιουργεί ανάγλυφες μορφές ξεσηκωμένων που ανάμεσά τους ξεχωρίζει το παρισινό χαμίνι Γαβριάς που ζωντανεύει το επαναστατικό πνεύμα του λαού της νεολαίας.
Στα 1870, ο Ουγκώ γυρίζει στη Γαλλία. Στο πολιορκούμενο Παρίσι καλεί το λαό να υπερασπιστεί την πατρίδα. Ο συγγραφέας δεν καταλαβαίνει τη σημασία της Παρισινής κομμούνας, αλλά υπερασπίζεται θαρραλέα τους κομμουνάρους από τους διωγμούς που εξαπέλυσε εναντίον τους η νικήτρια αστική τάξη. Στα 1874 εκδίδεται το τελευταίο του μυθιστόρημα "Το 1893" που είναι αφιερωμένο στη Γαλλική Επανάσταση που είχε ξεσπάσει στα τέλη του 18ου αιώνα κι όπου περιγράφει τον αγώνα της νεαρής δημοκρατίας εναντίον της αντεπανάστασης. Ο Ουγκώ συμπαθεί τις επαναστατικές ιδέες, αλλά δεν κατορθώνει να λύσει τις αντιθέσεις ανάμεσα στη σκληρότητα του επαναστατικού αγώνα και στο ανθρωπιστικό αίσθημα, ανάμεσα στην τρομοκρατία και στη συμπόνοια, και οι αυταπάτες εξακολουθούν να τον κρατούν αιχμάλωτο.
Ονομαστή εκπρόσωπος της δημοκρατικής τάσης στο ρομαντισμό, ήταν η Γεωργία Σάνδη (George Sand, ψευδώνυμο της Αυγής Ντουπέν, 1804-1876), που στο δημιουργικό της έργο ανακίνησε τα φλέγοντα κοινωνικά προβλήματα της εποχής της. Στα πρώτα της μυθιστορήματα, Ινδιάνα, Βαλεντίνος, Λαιλία, Ζακ, η Σανδή εξετάζει τη θέση της γυναίκας στην οικογένεια και στην κοινωνία και καταπολεμά την αστική ηθική. Ο Ένγκελς ονόμασε τη Γεωργία Σάνδη γενναία υπερασπίστρια των δικαιωμάτων της γυναίκας. Η όξυνση του κοινωνικού αγώνα στα 1840-1850, αναγκάζει τη συγγραφέα να στρέψει την προσοχή της σε πιο πλατιά κοινωνικά θέματα. Δημιουργεί λαϊκούς τύπους. Στα μυθιστορήματα "Ο σύντροφος του γύρου της Γαλλίας", "Ο μυλωνάς του Ανζιμπό" και "Το αμάρτημα του κυρίου Αντωνίου", κατακρίνεται ο εγωισμός των ιδιοκτητών και του αστικού πολιτισμού που εξαιτίας του υποφέρει ο λαός. Η Γεωργία Σάνδη ήταν οπαδός του σαινσιμονισμού (ουτοπική οικονομικο-κοινωνική θεωρία).
Τα πιο αξιόλογα μυθιστορήματα της Γεωργίας Σάνδη είναι ο "Οράτιος" και ο "Κονσουέλο" που γράφτηκαν στις αρχές της 5ης δεκαετίας. Στον "Οράτιο", η συγγραφέας αφαιρεί το φωτοστέφανο από τον τύπο του αστού ατομιστή, που τόσο γοήτευε την πρώτη γενιά των ρομαντικών. Στο μυθιστόρημα "Κονσουέλο", θέμα είναι η μοίρα της τέχνης στην ταξική κοινωνία. Η συγγραφέας αναπτύσσει σ'αυτό την ιδέα πως η γνήσια τέχνη είναι αδιάσπαστα συνδεδεμένη με το λαό.
Η επανάσταση του 1848 προκάλεσε στη συνείδηση της Γεωργίας Σάνδη βαθιά κρίση. Με τη χρεοκοπία των ιδεών για μια ενιαία "υπερταξική δημοκρατία", η συγγραφέας σταμάτησε να ενδιαφέρεται για τα φλέγοντα πολιτικά ζητήματα και χαλαρώιηκε η ενασχόλησή της με τα κοινωνικά προβλήματα. Αν και τα διηγήματά της με περιεχόμενο την κοινωνική ζωή, χαρακτηρίζονται από μια βαθιά συμπάθεια για τις εργαζόμενες μάζες, ωστόσο σ'αυτά εξιδανικεύεται η νομιμοφροσύνη και η υποταγή του λαού.
Στα χρόνια της δεκαετίας του 1830, που ήταν περίοδος αγώνα του Γαλλικού προλεταριάτου, κι ενώ οι ρομαντικοί, αντιδραστικοί συγγραφείς και ποιητές εξυμνούσαν με νοσταλγία τον παλιό φεουδαρχικό κόσμο και κλείνονταν στον λεγόμενο ελεφάντινο πύργο, με την απόγνωση και μικροπρέπειά τους, ο Βίκτορ Ουγκώ απέβη με πλήρη συνείδηση, ο κήρυκας και κατά κάποιον τρόπο η συνείδηση έθνους. "Όταν μιλάω για τον εαυτό μου μιλάω για εσάς", λέει σ'έναν πρόλογο των έργων του. Ο Ουγκώ όχι μόνο έζησε έντονα τα σημαντικά γεγονότα του αιώνα με την ευαισθησία του μεγαλοφυή ποιητή και συγγραφέα, αλλά και δεσμεύτηκε ολόκληρος σ'αυτά. Η αστική επανάσταση του 1830, τον συνειδητοποίησε περισσότερο για την συγκεκριμένη κατάσταση της χώρας του και τον έφερε πιο κοντά στο λαό, στους "Αθλίους", όπως θα τους ονόμαζε αργότερα. Η αστική επανάσταση του 1848, είναι ακόμη μια σημαντική στιγμή που άφησε ίχνη στην κοσμοαντίληψη του συγγραφέα. Όπως πολλοί, και ο Ουγκώ έτρεφε ψευδαισθήσεις για την αστική δημοκρατία που αντικατέστησε την Ιουλιανή μοναρχία, νομίζοντας πως θα έλυνε τα κοινωνικά προβλήματα και τους ταξικούς ανταγωνισμούς. Παρόλα αυτά, βαθιά απογοητευμένος και νιώθοντας τον κίνδυνο της οπισθοδρόμησης, ο Ουγκώ είναι από εκείνους που προσπάθησαν να αντισταθούν μέχρι τέλους στην εγκαθίδρυση του Ναπολεόντειου καθεστώτος. Ο Ουγκώ όχι μόνο δεν παραδέχτηκε ποτέ την κυριαρχία του Ναπολέοντα που επιβλήθηκε με πραξικόπημα το 1851 αλλά την καταπολέμησε αποφασιστικά. Το μεγάλο μίσος του προς το Ναπολέοντα τον τρίτο και το καθεστώς του, υποχρέωσε τον ποιητή να ζήσει 20 περίπου χρόνια αυτοεξόριστος.
Η περίφημη δήλωσή του ότι "θα γυρίσω στην πατρίδα μαζί με τη λευτεριά" στο έργο του "Στην εξορία", ανέβασαν το γόητρο και την δημοτικότητα του Ουγκώ. Αμέσως μετά την κατάρρευση του μισητού καθεστώτος το 1870, ο Ουγκώ γύρισε στον τόπο του και μερικούς μήνες αργότερα θα ζούσε τα ένδοξα γεγονότα της Κομμούνας του Παρισιού.
Σ'αυτή "τη στιγμή δοκιμασίας", όπως ονομάστηκε η παρισινή Κομμούνα, ο Ουγκώ έδειξε πάλι τον εαυτό του. Ενώ πολλοί συγγραφείς και ποιητές της εποχής ξαναρίχτηκαν στις αγκάλες της αστικής τάξης απ'όπου είχαν βγει για να έρθουν σε βοήθεια της, δυσφημίζοντας και διασπείροντας το μίσος για την υπόθεση που αγωνιζόταν το παρισινό προλεταριάτο, ή όταν άλλοι διάλεγαν τον δρόμο της φορμαλιστικής τέχνης, ο Ουγκώ εμπνεύστηκε από τον ηρωισμό του παρισινού προλεταριάτου. Αυτός ονόμασε το 1871 έτος τρομερό κι εξέφρασε επιφυλάξεις μικροαστού αισθηματία προς τους κομμουνάρους, αλλά από την άλλη τραγούδησε το μεγαλείο που τους έκανε "Έφοδο στον ουρανό" και προσπάθησαν να οικοδομήσουν ένα καινούργιο κόσμο.
Μέχρι το τέλος της ζωής του, ο Ουγκώ έβαλε τον εαυτό του και το ταλέντο του στην υπηρεσία των δημοκρατικών και ανθρωπίνων ιδανικών, παλεύοντας ενάντια σ'όλες τις μορφές της κοινωνικής αδικίας, με τη βαθιά κι ακλόνητη πεποίθηση ότι η ανθρωπότητα βαδίζει προς ένα φωτεινό μέλλον. Είναι πραγματικότητα ότι τάχθηκε συνειδητά στην υπεράσπιση όλων εκείνων που καταπιέζονται και υποφέρουν στην κοινωνία με ανταγωνιστικές τάξεις. Η οργή και το κατηγορώ ενάντια σ'αυτή την κοινωνία, υπεύθυνη σ'όσα συμβαίνουν, σ'αυτή διαπερνούν πέρα για πέρα όλη τη δημιουργία του. Από την άλλη όμως ελπίζει κι ονειρεύεται, ότι ο καλύτερος δρόμος επίλυσης όλων των κοινωνικών προβλημάτων, είναι ο δρόμος της ηθικής τελειοποίησης και πανανθρώπινης αγάπης, ο δρόμος της κατανόησης και της συμφιλίωσης μεταξύ αντιμαχόμενων τάξεων. Κι όταν μιλάει για πράξη εξέγερσης, θέλει να προειδοποιήσει τις άρχουσες τάξεις για τον κίνδυνο που διατρέχει η κοινωνία αν δεν πάρει μέτρα για την άμβλυνση των αντιθέσεων και την λύση των επίμαχων κοινωνικών προβλημάτων. Ο ουμανισμός του Ουγκώ μένει αισθητά υπερταξικός κι ως ένα βαθμό Χριστιανικός. Μ'όλα ταύτα κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τις βαθιές δημοκρατικές απόψεις του, οι οποίες αποτελούν τον άξονα της ζωής και της δημιουργίας τους. Το έργο του Ουγκώ, από τον καιρό ακόμα που ζούσε, ξεπέρασε τα όρια του χώρου κι αργότερα του χρόνου. Αυτός συγκαταλέγεται ανάμεσα στους πιο γνωστούς και τους πιο επιφανείς συγγραφείς στον κόσμο.
Ύστερα από την Ιουλιανή επανάσταση το 1830, το έργο μικρών αντιπροσώπων του ρομαντισμού, περιπλέκεται με τα δημοκρατικά και τα ουτοπικά ρεύματα της κοινωνικής σκέψης. Οι πιο λαμπροί εκπρόσωποι του ρομαντισμού αυτού είναι ο Βίκτωρ Ουγκώ και η Γεωργία Σάνδη. Ο Ουγκώ πέρασε δύσκολο δρόμο στην εξέλιξή του. Νεαρός ακόμα, παρουσιάστηκε στη λογοτεχνία με τη συλλογή "Ωδές και μπαλάντες" (1822), όπου υμνούσε τα κρίνα των Βουρβώνων και την ευσέβεια της καθολικής θρησκείας. Αλλά πολύ γρήγορα άφησε τα θέματα αυτά κι από τα μέσα της τρίτης δεκαετίας προχώρησε στις φιλελεύθερες, δημοκρατικές ιδέες.
Στον πρόλογο του θεατρικού έργου "Κρόμβελ" (1827), διατύπωνε τις αρχές που είχε η καινούργια, η ρομαντική δραματουργία. Καταπολέμησε τους κανόνες των "τριών ενοτήτων" και τον αυστηρό διαχωρισμό των [λογοτεχνικών] ειδών που ήταν χαρακτηριστικό του κλασικισμού. Αναγνώρισε τον Σαίξπηρ "θεό του θεάτρου" που υποστήριζε την ελευθερία και τη φυσικότητα, το "ντόπιο χρώμα" και το ανακάτεμα του τραγικού με το κωμικό στοιχείο. Το μανιφέστο του Ουγκώ έπαιξε θετικό ρόλο στην απαλλαγή της λογοτεχνίας από τους περιοριστικούς κανόνες του κλασικισμού. Από το άλλο μέρος, ο Ουγκώ αντικατέστησε τις κλασικιστικές συμβατικότητες, με τις ρομαντικές συμβατικότητες. Μεγάλη σημασία έδινε στο grotesque, για τον Ουγκώ μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε κάθε περίπτωση καλλιτεχνικής έκφρασης. Η δράση στα θεατρικά έργα του, ξετυλίγεται την περίοδο του μεσαίωνα με άφθονες εντυπωσιακές και συναρπαστικές στιγμές.
Στα 1831 γράφει το μυθιστόρημα "Η Παναγία των Παρισίων". Η σκοτεινή όψη του καθεδρικού ναού ενσαρκώνει τον φεουδαρχικό μεσαίωνα, το βασίλειο της καταπίεσης και του φανατισμού. Αλλά ο καθεδρικός ναός προσελκύει τον ποιητή και σαν μεγαλόπρεπο μνημείο τέχνης που το έχει δημιουργήσει το πνεύμα του λαού. Η ζωή του περιγράφεται στο μυθιστόρημα αυτό και είναι γεμάτη από κοινωνικές αντιθέσεις. Ο συγγραφέας είναι με το μέρος των ανθρώπων του λαού. Αλλά η συμβατικότητα της τέχνης του, παρουσιάζει την καταπιεζόμενη μάζα να εκπροσωπείται από τύπους σαν τον τερατόμορφο Κουασιμόδο και την εξιδανικευμένη συναισθηματική Εσμεράλδα.
Ο Ουγκώ χαιρέτησε με ενθουσιασμό την επανάσταση του 1830 αλλά για πολύ καιρό είχε αυταπάτες για το καθεστώς της ιουλιανής μοναρχίας. Μόνο ύστερα από την επανάσταση του 1848 ο Ουγκώ έγινε δημοκράτης. Αν και συγγραφέας, δεν κατάφερε να απαλαγεί τελικά από τις φιλελεύθερες αυταπάτες, ωστόσο οι ιδέες του ήταν, βασικά, δημοκρατικές. Καταπολέμησε θαρραλέα τον εγκληματικό τυχοδιωκτισμό του Λουδοβίκου-Βοναπάρτη που άρπαξε την εξουσία στη Γαλλία. Έγραψε εναντίον του το βιβλίο "Ιστορία ενός εγκλήματος" και το λίβελλο "Ναπολέων ο μικρός" (1852). Και τα δυο αυτά έργα έπαιξαν το ρόλο τους στον αγώνα εναντίον της αντίδρασης, αλλά ο Μαρξ σημειώνει πως ο Ουγκώ, μεγάλωσε άθελά του την αξία της προσωπικότητας του Λουδοβίκου-Βοναπάρτη.
Ο Ουγκώ αναγκάστηκε να φύγει από τη Γαλλία και να ζήσει εξόριστος 20 περίπου χρόνια. Στο χρονικό αυτό διάστημα, πήρε ενεργό μέλος στον πολιτικό αγώνα εναντίον της αντίδρασης, προσπάθησε να σώσει από τη θανάτωση τον Τζων Μπράουν, διαμαρτυρήθηκε για την κατακτητική πολιτική της Αγγλίας και της Γαλλίας και υπερασπίστηκε στις σελίδες του περιοδικού "Κόλοκολ" ("Καμπάνα") του Χέρτσεν στην πολωνική ανεξαρτησία. Τα χρόνια της εξορίας ήταν για τον Ουγκώ περίοδος μεγάλης δημιουργίας. Στα 1853 τύπωσε την ποιητική του συλλογή "Οι τιμωρίες", όπου κατηγορεί με πάθος την αστική τάξη που πρόδωσε τη δημοκρατία, καθώς και τους αντιδραστικούς κληρικούς, την ταξική δικαιοσύνη και τον ίδιο τον σφετεριστή της εξουσίας - τον Ναπολέοντα Γ'. Μιλάει για το λαό με βαθιά συμπάθεια και πιστεύει με ενθουσιασμό στις δυνάμεις και στο μέλλον του.
Στην εξορία του, έγραψε τα μυθιστορήματα "Οι άθλιοι", "Ο εργάτης της θάλασσας", "Ο άνθρωπος που γελάει. Ξεχωριστή σημασία έχει το μυθιστόρημά του "Οι άθλιοι" (1862), όπου αγγίζει τα οξύτερα κοινωνικά προβλήματα του 19ου αιώνα. Περιγράφει τη μοίρα ενός αγράμματου αγρότη - του Γιάννη Αγιάννη, που για το τίποτα βρίσκεται στα κάτεργα, και μιας νεαρής γυναίκας - της Φαντίνας, που γίνεται πόρνη, και αποδεικνύει πως και τα δυο αυτά πρόσωπα καταστρέφονται από την κοινωνική αδικία και τα ελαττώματα της αστικής κοινωνίας. Ο Ουγκώ πιστεύει πως ο άνθρωπος είναι δυνατόν να αναμορφωθεί ηθικά με την επίδραση του ανθρωπισμού και της συμπόνοιας. Η ιστορία του Γιάννη Αγιάννη και της Φαντίνας ξετυλίγεται πάνω σ'ένα πλατύ κοινωνικό φόντο. Περιγράφει π.χ., τις μάχες στα οδοφράγματα που έγιναν στο Παρίσι στα 1832. Οι συμπάθειες του Ουγκώ είναι με το μέρος του ξεσηκωμένου λαού. Μεταδίδει [στον αναγνώστη] το αγωνιστικό πάθος και δημιουργεί ανάγλυφες μορφές ξεσηκωμένων που ανάμεσά τους ξεχωρίζει το παρισινό χαμίνι Γαβριάς που ζωντανεύει το επαναστατικό πνεύμα του λαού της νεολαίας.
Στα 1870, ο Ουγκώ γυρίζει στη Γαλλία. Στο πολιορκούμενο Παρίσι καλεί το λαό να υπερασπιστεί την πατρίδα. Ο συγγραφέας δεν καταλαβαίνει τη σημασία της Παρισινής κομμούνας, αλλά υπερασπίζεται θαρραλέα τους κομμουνάρους από τους διωγμούς που εξαπέλυσε εναντίον τους η νικήτρια αστική τάξη. Στα 1874 εκδίδεται το τελευταίο του μυθιστόρημα "Το 1893" που είναι αφιερωμένο στη Γαλλική Επανάσταση που είχε ξεσπάσει στα τέλη του 18ου αιώνα κι όπου περιγράφει τον αγώνα της νεαρής δημοκρατίας εναντίον της αντεπανάστασης. Ο Ουγκώ συμπαθεί τις επαναστατικές ιδέες, αλλά δεν κατορθώνει να λύσει τις αντιθέσεις ανάμεσα στη σκληρότητα του επαναστατικού αγώνα και στο ανθρωπιστικό αίσθημα, ανάμεσα στην τρομοκρατία και στη συμπόνοια, και οι αυταπάτες εξακολουθούν να τον κρατούν αιχμάλωτο.
Αμαντίν-Ωρόρ-Λουσίλ Ντυπέν (Γεωργία Σανδή, 1804-1876) |
Ονομαστή εκπρόσωπος της δημοκρατικής τάσης στο ρομαντισμό, ήταν η Γεωργία Σάνδη (George Sand, ψευδώνυμο της Αυγής Ντουπέν, 1804-1876), που στο δημιουργικό της έργο ανακίνησε τα φλέγοντα κοινωνικά προβλήματα της εποχής της. Στα πρώτα της μυθιστορήματα, Ινδιάνα, Βαλεντίνος, Λαιλία, Ζακ, η Σανδή εξετάζει τη θέση της γυναίκας στην οικογένεια και στην κοινωνία και καταπολεμά την αστική ηθική. Ο Ένγκελς ονόμασε τη Γεωργία Σάνδη γενναία υπερασπίστρια των δικαιωμάτων της γυναίκας. Η όξυνση του κοινωνικού αγώνα στα 1840-1850, αναγκάζει τη συγγραφέα να στρέψει την προσοχή της σε πιο πλατιά κοινωνικά θέματα. Δημιουργεί λαϊκούς τύπους. Στα μυθιστορήματα "Ο σύντροφος του γύρου της Γαλλίας", "Ο μυλωνάς του Ανζιμπό" και "Το αμάρτημα του κυρίου Αντωνίου", κατακρίνεται ο εγωισμός των ιδιοκτητών και του αστικού πολιτισμού που εξαιτίας του υποφέρει ο λαός. Η Γεωργία Σάνδη ήταν οπαδός του σαινσιμονισμού (ουτοπική οικονομικο-κοινωνική θεωρία).
Τα πιο αξιόλογα μυθιστορήματα της Γεωργίας Σάνδη είναι ο "Οράτιος" και ο "Κονσουέλο" που γράφτηκαν στις αρχές της 5ης δεκαετίας. Στον "Οράτιο", η συγγραφέας αφαιρεί το φωτοστέφανο από τον τύπο του αστού ατομιστή, που τόσο γοήτευε την πρώτη γενιά των ρομαντικών. Στο μυθιστόρημα "Κονσουέλο", θέμα είναι η μοίρα της τέχνης στην ταξική κοινωνία. Η συγγραφέας αναπτύσσει σ'αυτό την ιδέα πως η γνήσια τέχνη είναι αδιάσπαστα συνδεδεμένη με το λαό.
Η επανάσταση του 1848 προκάλεσε στη συνείδηση της Γεωργίας Σάνδη βαθιά κρίση. Με τη χρεοκοπία των ιδεών για μια ενιαία "υπερταξική δημοκρατία", η συγγραφέας σταμάτησε να ενδιαφέρεται για τα φλέγοντα πολιτικά ζητήματα και χαλαρώιηκε η ενασχόλησή της με τα κοινωνικά προβλήματα. Αν και τα διηγήματά της με περιεχόμενο την κοινωνική ζωή, χαρακτηρίζονται από μια βαθιά συμπάθεια για τις εργαζόμενες μάζες, ωστόσο σ'αυτά εξιδανικεύεται η νομιμοφροσύνη και η υποταγή του λαού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου